Τετάρτη 25 Ιουνίου 2014

Λευκοί τοίχοι

Θυμάμαι εκείνη τη βραδιά που για λίγα λεπτά όλα κατέρρευσαν. Μπροστά σε μια οθόνη υπολογιστή που ήταν η μόνη πηγή φωτός στο σκοτεινό δωμάτιο. Δεν ήμουν μονος. Ένας φίλος μισοκοιμισμένος στο διπλανό κρεβάτι. Η επαναλαμβανόμενη, ψυχρή μουσική  από τα ηχεία του υπολογιστή αντηχούσε στο κεφάλι μου και ήταν ο πυροδότης μιας και μοναδικής σκέψης. Αυτής ενός άδειου δωματίου με λευκούς τοίχους, με εμένα σωριασμένο κάπου στη μέση. Ήμουν πιο μόνος από ποτέ. Δεν ένιωθα όμως μοναξιά, ούτε φόβο, ούτε απόγνωση. Ένιωθα κενός.  Έπεσα να κοιμηθώ.

Αυτή η σκέψη επιστρέφει μια στις τόσες. Κάποιες φορές που περιτριγυρίζομαι από ανθρώπους, αλλά νιώθω λες και δεν είναι κανένας πραγματικά εκεί. Φιλτράρω κάθε ήχο. Λευκοί τοίχοι. Το απόλυτο κενό.

Μέχρι που μια μέρα σε είδα. Ανάμεσα στους ανθρώπους που περπατούσαν, ανέπνεαν, μιλούσαν, μα δεν ήταν εκεί, στεκόσουν ξεκάθαρα μπροστά μου. Ίσως και να ήσουν πάντα εκεί, αλλά σε είδα τώρα. Κάτι ηλίθιο σου είπα. Από συνήθεια. Μου χαμογέλασες. Και ένιωσα πως τα πάντα μέσα μου χαμογέλασαν μαζί σου. Έστω για λίγο δεν ένιωθα κενός.

Βρισκόμουν πάλι στο κενό δωμάτιο. Το είδες στο πρόσωπο μου. Ήρθες και έκατσες δίπλα μου και με ρώτησες τι έχω. Δεν μπορώ να σου εξηγήσω. Μου ζήτησες να προσπαθήσω. Νιώθεις ποτέ πως βρίσκεσαι σε ένα χώρο και κάθε άνθρωπος γύρω σου είναι σαν να μην υπάρχει; Μου είπες ναι, σχεδόν κάθε μέρα. Δεν ήξερα τι να σου απαντήσω.

Το σκέφτηκα λοιπόν. Με τις ώρες. Ένα από τα αμέτρητα βράδια που έμεινα κλεισμένος στο σπίτι, γιατί δεν ήθελα να δω κανέναν εκτός από εσένα. Και συνειδητοποίησα οτι κρυμμένο πίσω από έπιπλα, πίνακες, αφίσες και χρώματα, βρίσκεται ένα κενό δωμάτιο με λευκούς τοίχους. Και ένιωσα φυλακισμένος, έπρεπε να αποδράσω. Και θυμήθηκα πως εκείνο το χαμόγελο με έκανε να συνειδητοποίησω ότι μέσα στο δωμάτιο, ακριβώς πίσω μου, υπήρχε πάντα μια πόρτα. Και την άνοιξα για να βγω.

Και αν μπορούσα θα έβρισκα το δικό σου δωμάτιο. Και αν χτυπούσα με το χέρι μου τον τοίχο του, θα άκουγα το χτύπημα σου ως απάντηση. Και αν σου φώναζα όσα νιώθω θα μ'άκουγες. Και ίσως να απαντούσες κάτι. Ίσως να ήμουν η αιτία που θα άνοιγες την πόρτα.

Κάπως έτσι το βρήκα. Έπρεπε να σου απαντήσω: "Tι είναι αυτό που σε κρατάει φυλακισμένη;"

Δεν υπάρχουν σχόλια: